Asi es la Cosa, Mafalda(1967) Dad: " My god! what's happening? Mafalda: " Nothing... I just don't want to be late for the first day of school." |
Η έναρξη του σχολείου και οι πρώτες ημέρες φοίτησης σε αυτό αποτελούν σημαντικό και αδιαμφισβήτητο ορόσημο στη ζωή κάθε παιδιού. Οι μέρες αυτές σηματοδοτούνται από ενθουσιασμό, άγχος ακόμα και σύγχυση για το νέο δεδομένο ζωής , από ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα και εμπειρίες ,που μπορούν τόσο να ενισχύσουν το αίσθημα αξιοσύνης του και την εμπιστοσύνη του σε πρόσωπα του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, όσο και να δημιουργήσουν ψυχικά τραύματα και ανασφάλειες που θα το συνοδεύουν σε ένα μεγάλο μέρος της σχολικής του ή και όχι μόνο ζωής. Ο φόβος για το άγνωστο σε συνδυασμό με την παιδική φαντασία, που είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη σε αυτή την περίοδο της ζωής, μπορούν πολύ εύκολα να καταστρέψουν την ιεροτελεστία μετάβασης από έναν τρόπο ζωής πιο φιλικό για το παιδί ,σε μια καθημερινότητα γεμάτη κανονισμούς, πειθαρχία, προσαρμογή και απαιτήσεις.
Παρόλο που το «βάπτισμα» της απομάκρυνσης από το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον έχει ήδη επιτευχθεί από το νηπιαγωγείο , το αίσθημα του αποχωρισμού σε συνδυασμό με το φόβο για τον άγνωστο χώρο του δημοτικού σχολείου και όσων συνεπάγεται η φοίτηση σε αυτό, κάνει το παιδί ιδιαίτερα επιφυλακτικό και δημιουργεί συμπεριφορές που δεν αρμόζουν στην ηλικιακή ωριμότητά του! Είναι σύνηθες τις πρώτες ημέρες να παρατηρείται σε «πρωτάκια» αδικαιολόγητη επιθετικότητα, παλιμπαιδισμός και νευρικότητα. Ερωτήματα του τύπου: «θα με αποδεχτούν οι συμμαθητές μου;», «θα είναι καλή η δασκάλα μου;», «πώς θα μου συμπεριφέρονται τα μεγαλύτερα παιδιά;» στριφογυρίζουν στα παιδικό μυαλουδάκι και σε συνδυασμό με την προσδοκία της καλής επίδοσης που συνήθως εκφύεται και επιβάλλεται από το γονεϊκό περιβάλλον φορτίζουν συναισθηματικά το παιδί κάνοντάς το να λειτουργεί σπασμωδικά και με αγχώδη τρόπο, έτσι παράπονα σωματοποιημένου άγχους ενδέχεται να κάνουν την εμφάνισή τους.
Η ομαλή ένταξη του παιδιού στο σχολείο και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τη φοίτησή του σε αυτό, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες τόσο με τους χειρισμούς του γονεϊκού περιβάλλοντος επί του θέματος και την ευαισθητοποίηση και εξατομικευμένη προσέγγιση που θα μεθοδεύσει ο εκπαιδευτικός, όσο επίσης και με την συνεργασία και αλληλοκατανόηση των δύο εμπλεκομένων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να γίνει αντιληπτό από τους γονείς, ότι πολλές από τις αντιδράσεις του παιδιού κατά τη φάση του αποχωρισμού είναι καθόλα φυσιολογικές , ώστε να μπορέσουν να αποβάλλουν το δικό τους άγχος και να μην το μεταφέρουν στα παιδιά τους. Είναι γεγονός ότι τα παιδιά αντιλαμβάνονται την εκάστοτε συναισθηματική κατάσταση των γονέων και επηρεάζονται άμεσα από αυτή, με αποτέλεσμα να κάνουν την εμφάνισή τους ή να εντείνονται υποβόσκουσες και λανθάνουσες αρνητικές συμπεριφορές. Αρκεί λοιπόν οι γονείς να εμπιστευτούν την εμπειρία των δασκάλων που κάθε χρόνο έρχονται αντιμέτωποι με παρόμοιες προκλήσεις επίλυσης προβλημάτων και αντιμετώπισης ανάλογων συμπεριφορών.
Για τον κάθε γονιό το παιδί του είναι μοναδικό και ανεκτίμητο, αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να «πνίξει» την προσωπικότητά του με την υπερπροστατευτικότητα, κάνοντάς το να αισθάνεται ανασφαλές και εκτεθειμένο σε απροσδιόριστους ίσως και επίπλαστους κινδύνους που μειώνουν δραματικά την αυτοεκτίμησή του και εντείνουν το άγχος του αποχωρισμού. Καταλυτικό ρόλο σε αυτό - όσο οδυνηρό και αν είναι- ενέχει η παραχώρηση πρωτοβουλιών και στοιχειώδους ανεξαρτησίας που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με την ασυδοσία. Τα όρια που θέτονται στο παιδί πρέπει να είναι σαφώς διακριτά και κατανοητά από αυτό. Η «μετρημένη» αυτή στάση του γονεϊκού περιβάλλοντος θα βοηθήσει σημαντικά στην υιοθέτηση των σχολικών κανονισμών και κατά συνέπεια στην ομαλή ένταξη και ενσωμάτωση του παιδιού στη σχολική πραγματικότητα. Μια προετοιμασία επίσης του παιδιού για το τι πρόκειται να συναντήσει στο νέο κοινωνικό περιβάλλον που εισέρχεται , ίσως και κάποιες επισκέψεις αναγνωριστικής φύσεως στο σχολικό χώρο, θα βοηθούσαν ιδιαίτερα στη συναισθηματική αποφόρτισή του καθώς θα αποδεσμεύσουν την φαντασία του από εικόνες που ενδέχεται να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα και να γεμίσουν την παιδική ψυχή με ακατανόητες φοβίες.
Όσο σημαντικός όμως είναι ο ρόλος της προετοιμασίας του παιδιού από τους γονείς και το στενό οικογενειακό περιβάλλον στην ομαλή ένταξή του στο σχολείο, άλλο τόσο καθοριστικός παράγοντας στη διαδικασία ενσωμάτωσης, είναι και η στάση που θα υιοθετήσει ο εκάστοτε εκπαιδευτικός ως προς το παιδί και τις συμπεριφορές που εκδηλώνει. Όπως για κάθε γονιό το παιδί του είναι μοναδικό, έτσι και για το δάσκαλο κάθε παιδί αποτελεί μια διαφορετική, ξεχωριστή οντότητα που καθορίζεται από το οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον από το οποίο προέρχεται. Έχει λοιπόν την ηθική υποχρέωση να εξομαλύνει τις ανισότητες που προκύπτουν και με επιστημονική σταθερότητα και ψυχική συμπάθεια να δημιουργήσει τις καλύτερες προϋποθέσεις ώστε να στεφθεί με επιτυχία κάθε εκπαιδευτική προσέγγιση. Στο πρόσωπο του εκπαιδευτικού το παιδάκι της πρώτης τάξης αντικατοπτρίζει εκείνα των γονιών του, γι’ αυτό και η προσκόλληση και η έντονη συναισθηματική εξάρτησή του με αυτό, ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα στην ομαλή ενσωμάτωσή του στο περιβάλλον του σχολείου. Ο δάσκαλος στηριζόμενος τόσο στην επιστημονική του κατάρτιση και την υπάρχουσα εμπειρία του όσο και στην ιδιαιτερότητα της ψυχοσύνθεσης του παιδιού , οφείλει να ασκήσει εξατομικευμένη προσέγγιση που θα το ενισχύσει ψυχοσυναισθηματικά και θα το ανεξαρτητοποιήσει από «συναισθηματικά στηρίγματα», ώστε να καταστεί δυνατό να αντιμετωπίσει τα νέα δεδομένα στη ζωή του, να οικειοποιηθεί νέες υγιείς συμπεριφορές, να αποκτήσει καινούργιους φίλους και να ενσωματωθεί σε νέους κοινωνικούς κύκλους.